Δευτέρα 24 Μαΐου 2010

Παρέμβαση του Δημήτρη Κουφοντίνα στην εκδήλωση της «Δράσης για την Ελευθερία»

 Οι δικαστές, μόλις μπήκε, τον ρώτησαν: Είσαστε πολλοί;

Εκείνος έδειξε έξω από το παράθυρο το πλήθος.

Κι οι δικαστές φώναξαν:

Τι χρείαν έχομεν μαρτύρων;

Οι μέρες από τα γεννητούρια της Δράσης για την Ελευθερία μέχρι σήμερα που δίνει το πρώτο της επίσημο βηματάκι δεν ήταν πολλές.

Όμως έγιναν πολλά αυτόν τον λίγο καιρό. Πολλή ιστορία πύκνωσε μέσα σε λίγες μέρες.

Τα μαύρα σύννεφα που γέννησε η έκρηξη της συστηματικής κρίσης του καπιταλισμού σκέπασαν τον κόσμο, σωρεύτηκαν πάνω κι απ’ τον τόπο μας. Προμηνύουν μια καινούργια ιστορική εποχή βαρβαρότητας, ένα νέο Μεσαίωνα.

Με βαθιούς μετασχηματισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο με δομικές αναδιαρθρώσεις. Για να τα περάσουν όμως αυτά χρειάζονται ένα τεράστιο όγκο αστυνομικής βίας, μαζί με την ανάλογη γκεμπελική προπαγάνδα, για να μουδιάσει το κοινωνικό σώμα, για να καθαρίσει το πεδίο από δυνάμεις που αντιστέκονται ή σκέφτονται να αντισταθούν.

Για να δράσει ανεμπόδιστα η καταστροφική οικονομική βία.

Το σύστημα έλαβε το μάθημα του Δεκέμβρη.

Γι’ αυτό η καταιγίδα της άγριας καταστολής, γι’ αυτό το αντιεξεγερσιακό σχέδιο.

Γι’ αυτό ξαμόλυσαν τ’ αγριόσκυλα στους δρόμους και τα τηλεοπτικά παράθυρα.

Γι’ αυτό ο χημικός πόλεμος, τα μπλόκα, οι προληπτικές προσαγωγές, οι έφοδοι στους χώρους όπου η αυτοοργάνωση ανασυνθέτει τους καινούργιους κοινωνικούς ιστούς.

Γι’ αυτό το δόγμα της μηδενικής ανοχής, η εντολή «χτυπάτε στο ψαχνό», που έφερε την πισώπλατη δολοφονία του εργάτη στο Βύρωνα, του αξέχαστου συντρόφου μας στη Δάφνη.

Γι’ αυτό η τρομοκράτηση, η συκοφάντηση, το αλύπητο χτύπημα του αντιεξουσιαστικού και αναρχικού χώρου, η άθλια μεθόδευση να βάλουν σε ομηρία δεκάδες αγωνιστές, η στοχοποίηση όσων αντιστέκονται και πολεμούν.

Γι’ αυτό η αγωνία τους να υποτάξουν αυτό το μαχητικό και ανυπόταχτο κομμάτι του επαναστατικού κινήματος.

Γι’ αυτό οι προφυλακίσεις με γελοία στοιχεία, γι’ αυτό οι μαζικές προφυλακίσεις ως μέσο μαζικού φρονηματισμού.

 Δεν είναι απλός αποπροσανατολισμός, δεν είναι οι έξεις της παρασημοφορημένης εθελοδουλείας.

Είναι μια στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου για το μαζικό εκφοβισμό της κοινωνίας, των νέων πρώτα-πρώτα, για να μην κινητοποιούνται και να μην διεκδικούν.

Τον τελευταίο καιρό καινούργια ονόματα βάρυναν τις μέρες μας. Καινούργιες σκιές επισκέπτονται τις νύχτες μας.

Καινούργιοι σταθμοί στη γεωγραφία της αντίστασης, καινούργια σημάδια στο χάρτη της αξιοπρέπειας. Πλήθυνε ο τόπος του πολιτικού κρατούμενου. Σφίγγουμε τη γροθιά και χαιρετάμε τους αιχμαλώτους συντρόφους του αγώνα.

Ξαναπιάνουμε τις παλιές λέξεις μας: σύντροφος, αντίσταση, αλληλεγγύη.

Αυτές που πιάνουν στο στόμα τους, τις μαγαρίζουν, τις κρεμούν άδεια κελύφη, τσίγκινα στολίδια σε καθεστωτικά ενδύματα αυτοί που φοβούνται την εξέγερση, αυτοί που τρέμουν οτιδήποτε ταράζει τη μακαριότητα του κόσμου τους.

Τις ξαναπιάνουμε τρυφερά και αδυσώπητα, τις καθαρίζουμε προσεκτικά, τις αναβαπτίζουμε στη μνήμη και την ιστορία. Αντίδοτο ακριβό στη διάλυση, τον ατομικισμό, την κοινωνική απόγνωση.

Όραμα για την αυριανή κοινωνία της ανθρωπιάς και της ελευθερίας.

Κι αν έχουμε σημεία αναφοράς… Κι αν έχουμε ρίζες, μνήμη, ιστορία, παραδείγματα. Κι αν μας παραστέκουν σκιές αγωνιστών που φυλακίστηκαν, που μαρτύρησαν, που έπεσαν για το μεγαλύτερο ιδανικό όλων των εποχών: την ελευθερία.

Η κουβέντα μας σήμερα ξεκίνησε από τους Τουπαμάρος. Τους πρωτοσυνάντησα στα χρόνια της μεταπολίτευσης, τότε που οι ένοπλες εμπειρίες βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη.

Ανυπότακτα πνεύματα, ώριμα τέκνα της λαϊκής οργής, υποχρεωτικός καρπός της ιστορικής ανάπτυξης της ταξικής πάλης στη χώρα τους. Έψαξαν τους δικούς τους δρόμους, βρήκαν τις δικές τους μεθόδους, αμφισβητώντας μοντέλα και δόγματα.

Με εκείνες τις ευφυείς ενέργειες ένοπλης προπαγάνδας, την κοινωνική ευαισθησία, την οικονομία στη βία, το διαλεκτικό συνδυασμό του ένοπλου με τον μαζικό αγώνα, έδωσαν συγχρονισμένα με τον λαό την απάντηση στις επιθέσεις της κυριαρχίας. Όπως ταίριαζε στην εποχή τους.

Τους συνάντησα χρόνια αργότερα στη φυλακή, εκεί όπου ο πολιτικός κρατούμενος αντιμετωπίζει ξανά άμεσα, υλικά, το δίλημμα με την υπαρξιακή διάσταση: υποταγή ή αντίσταση;

Οι Τούπας αφηγούνται απλά, φυσικά, δίχως παράπονα την αντίστασή τους.

Δεν ενέδωσαν. Δεν πρόδωσαν τον εαυτός τους, δεν πρόδωσαν τα πιστεύω τους.

Μπροστά στην πιο άγρια σωματική και ψυχολογική βία, άντεξαν, δεν έσπασαν. Δεν επιβίωσαν απλώς, αλλά κατάφεραν να επιζήσουν ακέραιοι. Τη διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές καταστάσεις τη δίνει η προσωπική αξιοπρέπεια.

Αυτή η στάση ζωής είναι η περηφάνια μας. Τα ήθη και πολιτικά αποτελέσματα της στάσης ζωής τους έχουν ήδη προσμετρηθεί στην ιστορία.

Στην ιστορία και στη συλλογική μνήμη των λαών όλου του κόσμου όπου η έννοια του πολιτικού κρατούμενου, του αιχμαλώτου του αγώνα έχει ένα ιδιαίτερο βάρος.

Στη χώρα μας ειδικά, όπου ο κοινωνικός πόλεμος γνώρισε οξύνσεις, με την τελευταία επανάσταση (εμφύλιο του 46-49)

στην Ευρώπη, τη δικτατορία, τους δυναμικούς αγώνες που γέμισαν τις φυλακές και τα ξερονήσια.

Οι ιστορικές αναφορές μας, οι ιστορικοί τόποι της αντίστασης.

Δεν λησμονούμε το παρελθόν, το βιωμένο ως μνήμη, τις αγωνιστικές παραδόσεις. Επανεπεξεργαζόμαστε τη μνήμη για να αδράξουμε το μέλλον, να προχωρήσουμε μπροστά αφήνοντας πίσω όσα μας βαραίνουν.

Σήμερα κρατούν αιχμάλωτο, μας απόσπασαν, ένα κομμάτι του κινήματός μας. Αύριο, όσο η αντίσταση απλώνεται, όσο σπάει τα όρια μιας ολοένα συρρικνούμενης αστικής νομιμότητας, θα ξανακούσουμε για τον Ελαιώνα, τα Τρίκαλα, την Κόρινθο, τον Κορυδαλλό.

Ή για τον Βόλο, το Δομοκό, τον Αυλώνα.

Στη φυλακή βρίσκονται σύντροφοι του αγώνα, πολιτικά διωκόμενοι, πολιτικοί κρατούμενοι. Εμείς δεν τους ξεχωρίζουμε σε κατηγορίες.

Ο καθένας τους έχει την ιδιαίτερη πολιτική και ιδεολογική του ταυτότητα, την οποία διεκδικεί και υπερασπίζει.

‘Όπως και τη δική του ταυτότητα έχει ο καθένας μας εδώ, σ’ αυτή την αίθουσα.

Έτσι είναι, έτσι γινόταν πάντα και έτσι πρέπει να γίνεται, για να κάνουμε τη σύνθεση, ώστε μέσα απ’ τη ζύμωση και τη διάδραση να περάσουμε ενωτικά, συντονισμένα, στη Δράση για την Ελευθερία. Και να σηκώσουμε δυνατά το όπλο της αλληλεγγύης.

Κλείνοντας, θα χαιρετίσω τη σημερινή μας συνάντηση με τους παλιούς στίχους που ένας νέος πολιτικός κρατούμενος μου έκανε την τιμή να μου στείλει.

Τη νύχτα μπήκε στο κελί ένας άνθρωπος
πούχε χάσει το πρόσωπό του

Τον ρώτησε που είχε κρυμμένα τα όπλα
κι εκείνος έβαλε το χέρι πάνω στην καρδιά του.

Τον χτύπησε.
Ύστερα μπήκε κι άλλος, πούχε χάσει κι αυτός το πρόσωπό του.
Τον χτύπησε κι αυτός.
Κι οι άνθρωποι πούχαν χάσει το πρόσωπό τους ήταν πολλοί.
Και ξημέρωσε.
Και βράδιασε – μέρες σαράντα.
Κι ήρθαν στιγμές που φοβήθηκε πως θάχανε το λογικό του.
Τον έσωσε μια αράχνη:
ακούραστη κι υπομονετική ύφαινε τον ιστό της.
Κάθε μέρα της το χάλαγαν
Κάθε μέρα τον ξανάρχιζε

Πάλι της τον χάλαγαν
Πάλι τον ξανάρχιζε.
Κάθε μέρα.
Εις τους αιώνας των αιώνων!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.